Ενα στα πέντε προϊόντα που παράγει η χώρα μας προέρχεται από τη Βόρεια Ελλάδα. Πρώτη η Κεντρική Μακεδονία στους τομείς της βιομηχανίας και της γεωργίας.
Στην αποτύπωση της αυξανόµενης οικονοµικής ισχύος των επιχειρήσεων της Βορείου Ελλάδας, έπειτα από µια µακρά περίοδο αναζήτησης momentum, προχωρά το “Forbes” σε συνεργασία µε την Deloitte.
Ιδιαίτερα σηµαντικοί επιχειρηµατικοί όµιλοι εδρεύουν στον Βορρά, µια στρατηγική περιοχή για την εγχώρια οικονοµία και την παραγωγική δραστηριότητα της χώρας. Πρωταγωνιστούν στους κλάδους του λιανεµπορίου, της πρωτογενούς παραγωγής, της βιοµηχανίας, των τροφίµων, της εξόρυξης µεταλλευµάτων, της ενέργειας, των logistics και σε πολλές περιπτώσεις κατέχουν ηγετική θέση στους τοµείς δραστηριότητάς τους. Με όπλο συχνά τις εξαγωγές, έχουν κατακτήσει πολλές ξένες αγορές και ήταν από τις πρώτες που διεκδίκησαν χώρο στα Βαλκάνια.
Την οικονοµική δυναµική του βορειοελλαδικού τόξου αναδεικνύουν οι αριθµοί (στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ). Ένα στα πέντε προϊόντα που παράγει η χώρα µας προέρχεται από τη Βόρεια Ελλάδα. Και όχι µόνο αυτό, αλλά η περιφέρεια της Κεντρικής Μακεδονίας είναι εθνική πρωταγωνίστρια στην παραγωγή βιοµηχανικών και γεωργικών προϊόντων, καθώς εκεί παράγονται, κατά αναλογία, τα αγαθά των αντίστοιχων κλάδων µε τη µεγαλύτερη αξία σε σχέση µε οποιαδήποτε άλλη περιφέρεια της χώρας.
Συγκεκριµένα, το 21,8% του ΑΕΠ παράγεται στη Μακεδονία, τη Θράκη και την Ήπειρο. Το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί σε 38,6 δισ. ευρώ (έναντι 176 δισ. ευρώ που ανέρχεται το ΑΕΠ), σύµφωνα µε τα τελευταία διαθέσιµα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (2015). Τον πρώτο ρόλο παίζει η Κεντρική Μακεδονία, η οποία συνεισφέρει 23,7 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ της Ελλάδας. Ακολουθεί η Ανατολική Μακεδονία και η Θράκη, στις οποία παράγονται προϊόντα και υπηρεσίες ύψους 6,7 δισ. ευρώ. Έπειτα έρχεται η Δυτική Μακεδονία µε 4,3 δισ. ευρώ και, τέλος, η Ήπειρος µε 3,8 δισ. ευρώ.
Ιδιαίτερη είναι η συνεισφορά της Κεντρικής Μακεδονίας στη βιοµηχανία, καθώς παράγονται προϊόντα αξίας 3,1 δισ. ευρώ ή το 40% του συνόλου των βιοµηχανικών αγαθών της χώρας. Σε καµία άλλη περιφέρεια της χώρας δεν παράγονται βιοµηχανικά προϊόντα τόσο µεγάλης αξίας.
Αναλογικά το µεγαλύτερο –σε σχέση µε τις άλλες περιφέρειες της χώρας– “µερίδιο” έχει η ίδια περιφέρεια και στη γεωργία. Στην Κεντρική Μακεδονία παράγονται γεωργικά προϊόντα αξίας 1,2 δισ. ευρώ ή το 18% της συνολικής εθνικής γεωργικής παραγωγής. Με άλλα λόγια, στους δύο παραπάνω µεγάλους κλάδους της ελληνικής οικονοµίας η Κεντρική Μακεδονία κατέχει την 1η θέση ως προς την αξία των παραγόµενων αγαθών.
Οι προοπτικές, όµως, ανάπτυξης της οικονοµίας του Βορρά είναι ακόµα µεγαλύτερες. Η σηµασία του αγωγού TAP είναι τεράστια, καθώς αποτελεί τον βασικό πυλώνα πάνω στον οποίο θα στηριχθούν τα έργα για την ενεργειακή ασφάλεια και διαφοροποίηση για την ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Ο αγωγός θα συνδέσει και θα τροφοδοτήσει σε σταθερή βάση µε 10 δισ. κυβικά µέτρα ετησίως τις ευρωπαϊκές αγορές µε αέριο από την Κασπία Θάλασσα, καλύπτοντας ένα σηµαντικό µέρος των ενεργειακών αναγκών στις χώρες όπου θα κατευθυνθεί.
Φυσικά, τα µεγάλα έργα που γίνονται για την αναβάθµιση του λιµανιού της Θεσσαλονίκης θα αναδείξουν τον ρόλο του για την οικονοµία της ευρύτερης περιοχής. Ταυτόχρονα, ο λιµενικός άξονας Θεσσαλονίκης – Καβάλας – Αλεξανδρούπολης αποτελεί κοµβικό παράγοντα για να αναδειχθεί η Β. Ελλάδα ως ενεργειακός και διαµετακοµιστικός κόµβος των Βαλκανίων. Το φιλόδοξο σχέδιο της Σιδηροδροµικής Εγνατίας και της παραποτάµιας σύνδεσης µε την Κεντρική Ευρώπη µέσω του Δούναβη αναβαθµίζει τη στρατηγική θέση της Βόρειας Ελλάδας, αλλά και τον ρόλο της ως εµπορικού-διαµετακοµιστικού κέντρου της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και κόµβου για τη µεταφορά εµπορευµάτων από την Ασία προς την Ευρώπη και το αντίστροφο.
Περαιτέρω, ο κλάδος των ορυκτών πρώτων υλών µπορεί να αναδειχθεί σε καταλύτη ανάπτυξης όχι µόνον για το βορειοελλαδικό τόξο, αλλά και για τη χώρα. Σήµερα εισφέρει το 3,4% του ΑΕΠ και, εάν δηµιουργηθούν οι βάσεις για βιώσιµη ανάπτυξη της συγκεκριµένης δραστηριότητας, το ποσοστό αυτό εκτιµάται ότι µπορεί να ανέλθει στο 7% του ΑΕΠ.
Κόµβος έρευνας και τεχνολογίας
Σταδιακά η Θεσσαλονίκη, και κατ’ επέκταση η Βόρειος Ελλάδα, αναδεικνύεται σε σηµαντικό κόµβο έρευνας, τεχνολογίας και καινοτοµίας.
Με εφόδιο τη γεωγραφική της θέση, που την καθιστά µεταφορικό σταυροδρόµι, τη φυσική οµορφιά και τις καλές καιρικές συνθήκες, την ελκυστική ποιότητα ζωής, την παράδοση πολυπολιτισµικότητας, το συγκριτικά χαµηλό κόστος και, κυρίως, την παρουσία πολλών σηµαντικών πανεπιστηµίων, τα οποία τροφοδοτούν την τοπική αγορά εργασίας µε εξειδικευµένους επιστήµονες πληροφορικής και τεχνολογιών, µηχανικούς, οικονοµολόγους κτλ., η Θεσσαλονίκη εξελίσσεται σε πόλο έλξης για διεθνείς εταιρείες που αναζητούν εξειδικευµένο προσωπικό.
Σύµφωνα µε πρόσφατους υπολογισµούς από φορείς της πόλης, περισσότερες από 1.000 νέες θέσεις εργασίας δηµιουργήθηκαν το τελευταίο 18µηνο από άµεσες ξένες επενδύσεις, ενώ παρατηρείται αυξηµένη κινητικότητα από ξένες εταιρείες που είτε διερευνούν τη δυνατότητα είτε έχουν αποφασίσει ήδη να εγκατασταθούν στη Θεσσαλονίκη. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγµα της Deloitte, µε τη δηµιουργία του πρότυπου κέντρου τεχνογνωσίας Deloitte Alexander Competence Center, το οποίο σε λιγότερο από έναν χρόνο λειτουργίας έχει δηµιουργήσει περισσότερες από 100 νέες θέσεις εργασίας, µε στόχο να ξεπεράσει κατά πολύ τις 200 σε σύντοµο χρονικό διάστηµα.
Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι η Θεσσαλονίκη αποτελεί την έδρα της µοναδικής θεσµοθετηµένης ζώνης καινοτοµίας στην Ελλάδα (Αλεξάνδρεια Ζώνη Καινοτοµίας), ενός από τα πιο σηµαντικά ερευνητικά ινστιτούτα (Εθνικό Κέντρο Έρευνας & Τεχνολογικής Ανάπτυξης) και πληθώρας άλλων φορέων και οργανισµών καινοτοµίας και επιχειρηµατικότητας.
Οι πρωταθλητές της λίστας
Σε ό,τι αφορά τη λίστα, στην πρώτη θέση βρίσκεται, µε διαφορά, η γνωστή εµπορική εταιρεία Μασούτης Α.Ε., µε κύκλο εργασιών 761 εκατ. ευρώ (2017). Η Μασούτης, που επί σειρά ετών διαθέτει σηµαντικό οικονοµικό αποτύπωµα στη Β. Ελλάδα, εδώ και µερικούς µήνες έχει επεκταθεί και στην Αττική, έπειτα από την εξαγορά της Προµηθευτική Τροφίµων Α.Ε., µε συνολικά 56 καταστήµατα.
Η κάθοδος της αλυσίδας στην Αττική ήταν αποτέλεσµα πολυετούς σκέψης, η οποία επιταχύνθηκε λόγω της έντονης κινητικότητας που καταγράφεται στον κλάδο του οργανωµένου λιανεµπορίου. Τα µερίδια της Μασούτης παραµένουν αρκετά υψηλά στη Βόρεια Ελλάδα και εδώ και αρκετά χρόνια ήταν στόχος της εταιρείας να δραστηριοποιηθεί στην Αττική. Πέραν των υφιστάµενων καταστηµάτων, η εταιρεία σχεδιάζει να ανοίξει και νέα σηµεία πώλησης το 2019, µεταξύ των οποίων και Grand Μασούτης, δηλαδή καταστηµάτων άνω των 2.000 τ.µ. Η αλυσίδα Μασούτης, που απασχολεί 8.100 οικογένειες, έχει υλοποιήσει επενδύσεις που ξεπερνούν τα 100 εκατ. ευρώ την τελευταία 5ετία.
Δεύτερη στη λίστα είναι η ηπειρώτικη βιοµηχανία Θ. Νιτσιάκος ΑΒΕΕ, µε κύκλο εργασιών 324 εκατ. ευρώ (2017). Αν και η πιο γνωστή δραστηριότητα της εταιρείας για το ευρύ κοινό αφορά τον κλάδο της πτηνοτροφίας, εντούτοις η Νιτσιάκος έχει επεκταθεί επιτυχώς στην εκτροφή και άλλων ζώων, στην παραγωγή ζωοτροφών και ξηράς τροφής για κατοικίδια, αλλά και στην παραγωγή και εµπορία αλεύρων µέσω του µύλου που διαθέτει στη Θεσσαλονίκη.
Ακολουθεί ο Αγροτικός Πτηνοτροφικός Συνεταιρισµός Ιωαννίνων ΠΙΝΔΟΣ, ο µεγαλύτερος πρωτοβάθµιος συνεταιρισµός της χώρας στον κλάδο της πτηνοτροφίας, µε κύκλο εργασιών 219 εκατ. ευρώ (2017). Πρόκειται για µια από τις λίγες περιπτώσεις συνεταιριστικής προσπάθειας, που ξεκίνησε τη δεκαετία του ’50, για να εξελιχθεί σε έναν σύγχρονο όµιλο µε παρουσία σε όλη τη χώρα. Σήµερα ο συνεταιρισµός, που αποτελείται από 500 µέλη-παραγωγούς, διαθέτει σύγχρονες υποδοµές (µεταξύ άλλων πτηνοτροφεία, εκκολαπτήριο, εργοστάσιο ζωοτροφών, εργοστάσιο λιπασµάτων κ.λπ.), αυτόνοµα υποκαταστήµατα – κέντρα διανοµής σε 15 πόλεις σε όλη την Ελλάδα που τροφοδοτούν όλες τις µεγάλες αλυσίδες σούπερ-µάρκετ και άλλα 7.000 σηµεία πώλησης των προϊόντων του.
Η Εταιρεία Προµήθειας Φυσικού Αερίου Θεσσαλονίκης – Θεσσαλίας, γνωστή πλέον ως ZeniΘ, µε κύκλο εργασιών 185 εκατ. ευρώ (2017), αποτελεί έναν ολοκληρωµένο πάροχο ενέργειας στη χώρα, µε φυσικό αέριο και ρεύµα. Από το 2000 δρα-στηριοποιείται µε απόλυτη επιτυχία στην αγορά του φυσικού αέριου και το 2017 πραγµατοποίησε και την είσοδό της στην αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας. Από τον περασµένο Ιούλιο µοναδικός µέτοχος της ΖενίΘ είναι η Eni, ιταλική πολυεθνική και ένας από τους παγκόσµιους ηγέτες στον τοµέα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.
Η Mouzenidis Travel, µέλος του Οµίλου Μουζενίδη, αποτελεί ένα από τα µεγαλύτερα τουριστικά γραφεία της Ελλάδος, µε ηγετική θέση στην προώθηση της χώρας στην τουριστική αγορά της Ρωσίας. Με κύκλο εργασιών 160 εκατ. ευρώ, διαθέτει 14 υποκαταστήµατα σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας και πάνω από 80 συνεργαζόµενα γραφεία που φέρουν τον διακριτικό τίτλο της εταιρείας. Οι συνέργειες µε την αεροπορική εταιρεία Ellinair του οµίλου έχουν εξελίξει την εταιρεία σε ηγετική δύναµη στην τουριστική αγορά της Ανατολικής Ευρώπης.
Τέλος, στη λίστα περιλαµβάνονται και 40 επιχειρήσεις που τυπικά δεν εδρεύουν στη Βόρειο Ελλάδα, πλην όµως πολύ σηµαντικό µέρος των δραστηριοτήτων τους, παραγωγικά ή εµπορικά, πραγµατοποιείται στην ευρύτερη περιοχή.
Τέτοιες περιπτώσεις είναι τα ΕΛΠΕ, η ΔΕΗ, ο όµιλος ΔΕΛΤΑ Τρόφιµα, η Όλυµπος, η Συστήµατα Sunlight, η Imerys, η Ελληνικός Χρυσός κ.ά.
Η µεθοδολογία
Η άντληση των οικονοµικών δεδοµένων που λήφθηκαν υπόψη (ήτοι κύκλος εργασιών, κέρδη προ φόρων κτλ.) για την ανάλυση του κύκλου εργασιών εταιρειών βάσει πρόσφατων δηµοσιευµένων οικονοµικών καταστάσεων πραγµατοποιήθηκε από τις βάσεις δεδοµένων που χρησιµοποιεί η Deloitte (π.χ., από την ICAP), καθώς επίσης και από τις ιστοσελίδες των εταιρειών, το ΓΕΜΗ κτλ. Ως εκ τούτου, το παρόν αποτελεί συλλογή δηµοσιευµένων πληροφοριών, παρέχεται αποκλειστικά για σκοπούς πληροφόρησης και δεν συνιστά οικονοµοτεχνική ή λογιστική µελέτη, συµβουλή, γνωµοδότηση κ.λπ.
Με βάση τα πλέον πρόσφατα δηµοσιευµένα αποτελέσµατα χρήσης κάθε εταιρείας, επελέγησαν οι εκατό (100) µεγαλύτερες εταιρείες µε έδρα στη Βόρεια Ελλάδα (όπως αυτή ορίζεται από τον γεωκώδικα NUTS και περιλαµβάνει τη Μακεδονία και την Ήπειρο), καθώς επίσης και εταιρείες οι οποίες έχουν µεγάλη παραγωγική δραστηριότητα στη Βόρεια Ελλάδα.
Για τις εταιρείες που δεν έχουν δηµοσιεύσει οικονοµικές καταστάσεις µε τέλος χρήσης 31/12/2017, έχουν χρησιµοποιηθεί τα πλέον πρόσφατα στοιχεία αυτών. Οι εταιρείες ιεραρχήθηκαν σύµφωνα µε τον κύκλο εργασιών (από τον υψηλότερο στον χαµηλότερο). Σηµειώνεται ότι στον κύκλο εργασιών περιλαµβάνονται και τα έσοδα από διακοπτόµενες δραστηριότητες (σε όσες περιπτώσεις υπήρχαν). Επίσης, ο κύκλος εργασιών των εταιρειών δεν περιλαµβάνει φόρους και άλλα ποσά που δεν αναλογούν στα συνολικά έσοδα (π.χ. clawback, τέλη ταξινόµησης, ΦΠΑ κτλ.).
Σηµειώνεται ότι η παρούσα λίστα ενδεχοµένως να µην περιλαµβάνει εταιρείες οι οποίες δεν έχουν δηµοσιεύσει οικονοµικές καταστάσεις έως την ηµεροµηνία άντλησης των οικονοµικών δεδοµένων, η οποία ορίζεται ως η 14η Σεπτεµβρίου. Αναφορικά µε τις ασφαλιστικές εταιρείες σηµειώνεται ότι ως κύκλος εργασιών ορίζονται τα καθαρά δεδουλευµένα ασφάλιστρα.
Περαιτέρω, σηµειώνεται πως τα οικονοµικά στοιχεία δεν έχουν αναµορφωθεί µε τυχόν παρατηρήσεις από ορκωτούς ελεγκτές. Οι αριθµοδείκτες έχουν προέλθει από στοιχεία και υπολογισµό που έλαβε η Deloitte από τις βάσεις δεδοµένων που χρησιµοποιεί και δεν έχουν υποστεί οικονοµοτεχνικό έλεγχο από την Deloitte. Ο υπολογισµός των αριθµοδεικτών µπορεί να διαφέρει σε σύγκριση µε τον αντίστοιχο που χρησιµοποιεί η εκάστοτε εταιρεία. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να θεωρείται ενδεικτική η τιµή τους. Τέλος, η Deloitte δεν έχει προβεί σε έλεγχο των οικονοµικών δεδοµένων. Σε τυχαίο και περιορισµένο δείγµα έχει προβεί στην αντιπαραβολή των οικονοµικών δεδοµένων (ήτοι κύκλος εργασιών και κέρδη προ φόρων) µε τις αντίστοιχες οικονοµικές καταστάσεις εταιρειών, χωρίς κάποιο προφανές εύρηµα.