Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, Μιχάλης Κατρίνης γράφει στο NEWS 24/7 για το πρόβλημα των ολοένα και αυξανόμενων περιστατικών βίας μεταξύ ανηλίκων.
Το πρόβλημα ξεκινά με μια λυπηρή διαπίστωση: Δεν υπάρχει σήμερα ελληνική οικογένεια που μην έχει βιώσει άμεσα ή έμμεσα τον αντίκτυπο φαινομένων παραβατικότητας ανηλίκων, φαινομένων που σχετίζονται με βία και εκφοβισμό μέσα στο σχολικό περιβάλλον ή τη δημιουργία συμμοριών εκτός του σχολείου, με θύματα άλλα παιδιά.
Τα περιστατικά αυτά δεν είναι μεμονωμένα, ούτε αφορούν ‘’προβληματικές’’ περιπτώσεις παιδιών, όπως πιθανόν κάποιοι να εύχονταν.
Αντίθετα, έχουν πάρει διαστάσεις πρωτόγνωρες και στη χώρα μας και απασχολούν σε καθημερινή βάση την επικαιρότητα, με την έξαρση της βίας να λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις μετά την πανδημία.
Η φτώχεια, η ανεργία και ο κοινωνικός αποκλεισμός, η διάχυτη προβολή προτύπων βίαιης και αντικοινωνικής συμπεριφοράς μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η διαδεδομένη χρήση εθιστικών ουσιών και η διαβίωση σε τοξικά οικογενειακά περιβάλλοντα, έχουν περιγραφεί ως μεμονωμένοι ή συνδυαστικοί παράγοντες που επιδρούν καθοριστικά στην εκδήλωση φαινομένων βίας ανηλίκων.
Είναι προφανές ότι η αντιμετώπιση καθενός από αυτούς τους παράγοντες δεν είναι ζήτημα μιας πολιτικής απόφασης ή μιας νομοθετικής πρωτοβουλίας με επικοινωνιακό -και μόνο- αντίκτυπο. Ούτε, προφανώς, μπορεί να περιοριστεί σε εθνικό πλαίσιο, αλλά έχει να κάνει με μακροπρόθεσμες πολιτικές επιλογές που υπηρετούν την κοινωνική συνοχή, τη συμπερίληψη και τη δίκαιη κοινωνία.
Αυτή είναι η μεγάλη εικόνα, με βάση την οποία θα πρέπει να προσανατολίζουμε τις επιμέρους δράσεις μας. Γιατί το σύνθημα “σκέψου σφαιρικά, δράσε τοπικά” δεν έχει εφαρμογή μόνο στο πεδίο της οικολογίας, αλλά και σε κοινωνικά ζητήματα, όπως η αντιμετώπιση της βίας των ανηλίκων. Και οι δράσεις αυτές θα πρέπει να έχουν έναν πολύ συγκεκριμένο στόχο: την προστασία του δικαιώματος του παιδιού να μεγαλώνει, να εκπαιδεύεται και να ζει σε ασφαλές περιβάλλον.
Όλα τα μοντέλα που εφαρμόζονται στις προηγμένες κοινωνίες δίνουν έμφαση στις δομές και δράσεις εκπαίδευσης, ευαισθητοποίησης και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, καθώς και στη δημιουργία ασφαλούς σχολικού και κοινοτικού περιβάλλοντος.
Δράσεις που προϋποθέτουν συνεργασίες και συντονισμό σε τοπικό επίπεδο μεταξύ εκπαιδευτικών θεσμών, αυτοδιοίκησης και αστυνομίας, με ανάλογη εκπαίδευση και επιμόρφωση όλων όσοι εμπλέκονται στην πρόληψη και τη διαχείριση τέτοιων φαινομένων που χτυπούν ή θα χτυπήσουν την πόρτα όλων μας, χωρίς καμία εξαίρεση.
Η χώρα μας θα μπορούσε να υιοθετήσει τις βέλτιστες πρακτικές άλλων ευρωπαϊκών χωρών και μάλιστα σε επίπεδο εθνικού σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της βίας ανηλίκων. Ιδιαίτερα τώρα, που τα περιστατικά αυξάνονται, μαζί και ο κίνδυνος να τα αποδεχθούμε ως ‘’συνήθη’’ τα ραντεβού για ‘’ξεκαθάρισμα’’ που κλείνονται μέσω social media, τη βία, την επιθετικότητα και την παραβατικότητα μεταξύ παιδιών και εφήβων.
Ξεκινώντας από το σχολείο, με προγράμματα που εστιάζουν στην προαγωγή της σεβασμού, της επικοινωνίας, της ειρηνικής συμβίωσης, αλλά και της διαμεσολάβησης σε διαφορές και συγκρούσεις με τη βοήθεια ειδικών. Με σχολεία επαρκώς στελεχωμένα με ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς, σε συνεργασία με δομές που παρεμβαίνουν στο επίπεδο της οικογένειας.
Συνεχίζοντας στην κοινότητα, με τη διεθνή εμπειρία να προκρίνει την ανάπτυξη προγραμμάτων κοινωνικής ένταξης μειονεκτούντων ατόμων και ομάδων, τη συμμετοχή των νέων σε αθλητικές και καλλιτεχνικές δραστηριότητες και εθελοντικές δράσεις, αλλά και την αυξημένη επίβλεψη στις περιοχές που είναι επιρρεπείς στην παραβατικότητα. Και όταν μιλούμε για επίβλεψη δεν εννοούμε τις ομάδες γονέων-όπως συμβαίνει σήμερα σε αρκετές περιπτώσεις-που επιχειρούν να καλύψουν το κενό κρατικής μέριμνας.
Φτάνοντας και στη δικαιοσύνη, με τη μεθοδολογία της «αποκαταστατικής δικαιοσύνης» να αποδεικνύεται ότι μπορεί να έχει μεγαλύτερη αναμορφωτική αξία από άλλες ‘’τιμωρητικές’’ μεθόδους, καθώς βοηθάει βιωματικά στην επανένταξη στην κοινότητα.
Το βέβαιο είναι ότι μια κοινωνία και ειδικά η ελληνική, λόγω του μεγάλου δημογραφικού μας προβλήματος, οφείλει να αγκαλιάσει όλα τα παιδιά της, προσφέροντας τους ασφάλεια, αξιοπρέπεια και προοπτική.
Αυτή δεν είναι επιλογή, αλλά είναι η μόνη επιλογή. Για να προστατεύσουμε το μέλλον των παιδιών μας και μαζί το μέλλον μας.