Salts
Κοινοποίηση

Τι ζητά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας από κυβερνήσεις και εταιρείες τροφίμων.

ΕΠΤΑ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΑΝΘΡΩΠΟΙ θα μπορούσαν να πεθάνουν από ασθένειες που συνδέονται με την υπερβολική κατανάλωση αλατιού πριν από το τέλος της δεκαετίας, εάν οι κυβερνήσεις δεν θεσπίσουν αμέσως αυστηρότερους περιορισμούς για το αλάτι, προειδοποίησε την Πέμπτη έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.

Οι συντάκτες της καλούν τις κυβερνήσεις να εφαρμόσουν αυστηρότερους στόχους για το νάτριο στα τρόφιμα, να σημειώνουν με μεγαλύτερη σαφήνεια την περιεκτικότητα σε αλάτι στις συσκευασίες και να ενισχύσουν την ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τους κινδύνους που εγκυμονεί για την υγεία η κατανάλωση πολλών αλμυρών τροφίμων.

«Η υπερβολική πρόσληψη νατρίου είναι ο κορυφαίος παράγοντας κινδύνου για μια ανθυγιεινή διατροφή και ευθύνεται για 1,8 εκατομμύρια θανάτους κάθε χρόνο», δήλωσε ο Φραντσέσκο Μπράνκα, διευθυντής του Τμήματος Διατροφής για την Υγεία και την Ανάπτυξη του ΠΟΥ.

Οι περισσότεροι άνθρωποι στον κόσμο καταναλώνουν περίπου 10,8 γραμμάρια αλάτι την ημέρα, υπερδιπλάσιο από το επίπεδο που συνιστάται τόσο από τον ΠΟΥ όσο και από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, τα οποία προτείνουν να μην καταναλώνεται περισσότερο από ένα κουταλάκι του γλυκού αλάτι την ημέρα.
Η κατανάλωση υπερβολικού αλατιού είναι μία από τις κύριες αιτίες των καρδιαγγειακών παθήσεων, οι οποίες οδηγούν στον θάνατο περίπου 17,9 εκατομμύρια ανθρώπους κάθε χρόνο, σύμφωνα με τον ΠΟΥ. Μπορεί επίσης να οδηγήσει σε εγκεφαλικά επεισόδια, τα οποία κυριολεκτικά σκοτώνουν 5 εκατομμύρια ανθρώπους κάθε χρόνο παγκοσμίως.


Οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν να σώσουν πολλές από αυτές τις ζωές με τη θέσπιση υποχρεωτικών ορίων στην ποσότητα αλατιού που επιτρέπεται να προσθέτει η βιομηχανία τροφίμων στα επεξεργασμένα τρόφιμα, δήλωσε ο Μπράνκα, προσθέτοντας ότι αυτό αντιπροσωπεύει την πλειονότητα του νατρίου που καταναλώνουν οι περισσότεροι Αμερικανοί, παρά το αλάτι που πασπαλίζουμε στις τροφές που παρασκευάζουμε στην κουζίνα μας.

«Αυτό είναι πραγματικά κάτι που δεν κοστίζει χρήματα σε κανέναν. Είναι μια απλή παρέμβαση, αλλά είναι απίστευτα αποτελεσματική», εξήγησε ο Μπράνκα.

Οι περισσότεροι άνθρωποι στον κόσμο καταναλώνουν περίπου 10,8 γραμμάρια αλάτι την ημέρα, υπερδιπλάσιο από το επίπεδο που συνιστάται τόσο από τον ΠΟΥ όσο και από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, τα οποία προτείνουν να μην καταναλώνεται περισσότερο από ένα κουταλάκι του γλυκού αλάτι την ημέρα. Ενώ το αλάτι είναι ένα απαραίτητο θρεπτικό συστατικό, το νάτριο –το οποίο αποτελεί το 40% αυτού– προξενεί ανυπολόγιστη ζημιά στα αιμοφόρα αγγεία.

«Αν το σώμα σας συγκρατεί περισσότερο αλάτι στο σώμα από το επιτρεπόμενο όριο, αυτό ανεβάζει σιγά σιγά την αρτηριακή πίεση», δήλωσε ο Graham MacGregor, καθηγητής καρδιαγγειακής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου, ο οποίος δεν συμμετείχε στην έκθεση αλλά κάνει εκστρατεία υπέρ της μείωσης της πρόσληψης αλατιού. «Αυτή η αυξημένη αρτηριακή πίεση προκαλεί στη συνέχεια εγκεφαλικά επεισόδια, καρδιακές προσβολές ή καρδιακή ανεπάρκεια», εξήγησε.

Πολλές άλλες οργανώσεις υγείας –μεταξύ των οποίων η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία, το Αμερικανικό Κολέγιο Καρδιολογίας και οι Εθνικές Ακαδημίες Επιστημών, Μηχανικής και Ιατρικής– συνιστούν επίσης στους καταναλωτές να μειώσουν δραστικά την πρόσληψη νατρίου. Η θέση αυτή βασίζεται σε επιστημονικά στοιχεία δεκαετιών (συμπεριλαμβανομένων αναλύσεων εκατοντάδων δημοσιευμένων μελετών που υπογραμμίζουν τους κινδύνους που κρύβει το νάτριο για την υγεία), τα οποία παραμένουν αμετάβλητα παρά τις διάφορες μελέτες των τελευταίων ετών.

Ο ΠΟΥ ελπίζει να μειώσει την παγκόσμια πρόσληψη αλατιού κατά 30% από τα επίπεδα του 2013, ένας 12ετής στόχος που συμφωνήθηκε τότε και από τα 194 κράτη μέλη του – αλλά που κανένα δεν είναι σε καλό δρόμο για να τον επιτύχει, όπως δήλωσε την Πέμπτη. Ο Μπράνκα δήλωσε ότι εξετάζει το ενδεχόμενο επέκτασης του στόχου έως το 2030.


Ο ΠΟΥ ελπίζει να μειώσει την παγκόσμια πρόσληψη αλατιού κατά 30% από τα επίπεδα του 2013, ένας 12ετής στόχος που συμφωνήθηκε τότε και από τα 194 κράτη μέλη του – αλλά που κανένα δεν είναι σε καλό δρόμο για να τον επιτύχει.
Σε μια ανασκόπηση των πολιτικών μείωσης του αλατιού που έχουν εφαρμοστεί από τις παγκόσμιες κυβερνήσεις, ο ΠΟΥ διαπίστωσε ότι μόλις εννέα από τα μέλη του είχαν θεσπίσει επαρκώς ολοκληρωμένα μέτρα για τη μείωση της υπερβολικής κατανάλωσης αλατιού – για την ακρίβεια, ο λόγος γίνεται για το 5% των μελών του.

Ο οργανισμός υγείας του ΟΗΕ καλεί τις κυβερνήσεις να ενισχύσουν τις καμπάνιες ευαισθητοποίησης του κοινού σχετικά με τους κινδύνους μιας υπερβολικά αλμυρής διατροφής και να επεξηγούν αναλυτικότερα τα επίπεδα αλατιού με μεγαλύτερη σαφήνεια στις συσκευασίες. Οι αξιωματούχοι του ΠΟΥ πιστεύουν ότι απαιτούνται επίσης υποχρεωτικά επίπεδα περιεκτικότητας σε αλάτι για να απεξαρτηθεί ο κόσμος από τη θανατηφόρα συνήθεια του αλατιού – δεδομένου του υψηλού ποσοστού που χρησιμοποιείται από τους κατασκευαστές τροφίμων.

«Δεν έχει νόημα να λέμε στους ανθρώπους να σταματήσουν να προσθέτουν αλάτι στα τρόφιμά τους, ενώ αυτά έχουν ήδη αλάτι», δήλωσε ο MacGregor.
Περισσότερο από το 70 τοις εκατό του αλατιού στην αμερικανική διατροφή προέρχεται από συσκευασμένα και παρασκευασμένα τρόφιμα, σύμφωνα με την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων, και φυσικά όχι από τη χρήση της… αλατιέρας στο σπίτι.

Στο μεταξύ, τον Σεπτέμβριο, ο FDA ανακοίνωσε ότι σχεδίαζε να αλλάξει τους κανόνες για τις διατροφικές ετικέτες στις συσκευασίες τροφίμων, ώστε να αναγράφεται ότι είναι «υγιεινά». Σημειώνεται ότι οι κατασκευαστές θα πρέπει να τηρούν συγκεκριμένα όρια, μεταξύ άλλων θρεπτικών συστατικών, για το νάτριο.

Σε απάντηση, η Consumer Brands Association, η οποία εκπροσωπεί 1.700 μεγάλες μάρκες, συμπεριλαμβανομένων των General Mills και Pepsi, δήλωσε ότι ο προτεινόμενος κανόνας ήταν υπερβολικά περιοριστικός και αντί αυτού πρότεινε «την αναθεώρηση των ορίων θρεπτικών συστατικών σε μέτρια υψηλότερα επίπεδα για τα προστιθέμενα σάκχαρα και το νάτριο».

Ένας από τους λόγους για τους οποίους οι κατασκευαστές τροφίμων συνεχίζουν να προσθέτουν τόσο πολύ αλάτι παρά τους γνωστούς κινδύνους για την υγεία, υποστηρίζει ο Branca του ΠΟΥ, είναι ότι η χρόνια προσθήκη υπερβολικού αλατιού στα τρόφιμα έχει απευαισθητοποιήσει τους γευστικούς κάλυκες των ανθρώπων, με αποτέλεσμα αν κάτι δεν είναι «τσιμπημένο» στο αλάτι, να θεωρείται άνοστο…

«Περιμένετε μια συγκεκριμένη ποσότητα αλατιού και νομίζετε ότι αν δεν υπάρχει τόσο πολύ αλάτι, το φαγητό είναι άγευστο. Οι κατασκευαστές δεν θέλουν να πάρουν την πρωτοβουλία να μειώσουν το νάτριο, αν υπάρχει ανταγωνιστής που έχει υψηλότερη περιεκτικότητα σε αλάτι», εξήγησε ο Μπράνκα, απαιτώντας από τις κυβερνήσεις να αναγκάσουν τους κατασκευαστές τροφίμων να μειώσουν αυτά τα επίπεδα μέσω υποχρεωτικών στόχων.

Τα οφέλη από τη μείωση της πρόσληψης αλατιού αρχίζουν σχετικά γρήγορα, λένε οι επιστήμονες. Η αρτηριακή πίεση αρχίζει να πέφτει μέσα σε λίγες εβδομάδες για τους περισσότερους ανθρώπους, σύμφωνα με το CDC, και οι γευστικοί κάλυκες αρχίζουν να γεύονται ξανά έστω και το λιγοστό αλάτι σχετικά σύντομα.

«Οι γευστικοί σας κάλυκες θα προσαρμοστούν στη μείωση του αλατιού και θα μπορείτε να γευτείτε καλύτερα και τις άλλες γεύσεις. Το φαγητό σταδιακά θα αρχίσει να έχει ακόμα καλύτερη γεύση και εσείς θα ζήσετε πολλά περισσότερα χρόνια», καταλήγει ο Μπράνκα.