ΥΓΕΙΑ

Η βιταμίνη D μπορεί να «κρατήσει μακριά» την άνοια, σύμφωνα με νέα έρευνα

Η ημερήσια λήψη βιταμίνης D μπορεί να προλάβει και να αποτρέψει την εκδήλωση άνοιας, σύμφωνα με έρευνα των Πανεπιστημίων του Κάλγκαρι στον Καναδά και του Έξετερ στη Βρετανία.

Η ημερήσια λήψη βιταμίνης D μπορεί να προλάβει και να αποτρέψει την εκδήλωση άνοιας, σύμφωνα με έρευνα του Hotchkiss Brain Institute του καναδικού Πανεπιστημίου του Κάλγκαρι και του βρετανικού Πανεπιστημίου του Έξετερ.

Οι επιστήμονες, που βρίσκονται πίσω από αυτήν την έρευνα, ανέλυσαν τη σχέση ανάμεσα στην κατανάλωση συμπληρωμάτων βιταμίνης D και στην εμφάνιση άνοιας σε περισσότερα από 12.388 άτομα στις ΗΠΑ.

Η διάμεση ηλικία όσων συμμετείχαν στην έρευνα ήταν τα 71 έτη. Στο σύνολό τους, δε, όσοι συμμετείχαν στην έρευνα δεν είχαν εμφανίσει συμπτώματα άνοιας όταν ξεκίνησαν οι σχετικές μελέτες.

Από τους συμμετέχοντες στην έρευνα, το 37% ή αλλιώς 4.637 άτομα έπαιρναν συμπληρώματα διατροφής με βιταμίνη D ημερησίως. Σε αυτήν την ομάδα που έπαιρνε βιταμίνη D, οι περιπτώσεις που εμφάνισαν στην πορεία άνοια ήταν κατά 40% λιγότερες από ό,τι στην άλλη ομάδα όσων δεν έπαιρναν συμπληρώματα βιταμίνης D.

Από τα 12.388 που πήραν μέρος στην έρευνα, τα 2.696 εμφάνισαν άνοια μέσα στο διάστημα μίας δεκαετίας. Από όσους εμφάνισαν άνοια, δε, το 75% δεν έπαιρνε βιταμίνη D.  

Πηγή:kathimerini.gr

Τα στάδια ανάπτυξης -και γήρανσης- του εγκεφάλου – Τι δείχνει νέα έρευνα

Για να κατανοήσουν καλύτερα τη λειτουργία του εγκεφάλου, ερευνητές συνέλεξαν δεδομένα εγκεφαλικής σάρωσης από πλήθος μεμονωμένων ερευνών, με ένα συνολικό δείγμα 101.457 εγκεφάλων σε κάθε ηλικιακό στάδιο της ζωής.

Γερνάει ο εγκέφαλος; Κι αν ναι, με τι ρυθμό; Πότε φτάνει στην κορύφωση της ακμής του; Και μπορεί ένας 65χρονος να κρατήσει νεανικό τον εγκέφαλό του; 

Παρότι μετρήσεις, όπως ύψους και βάρους, δίνουν μια σχετικά σαφή εικόνα της ανθρώπινης σωματικής ανάπτυξης, πολύ λιγότερα είναι μετρήσιμα και άρα γνωστά στην περίπτωση της εγκεφαλικής ανάπτυξης. 

Για να κατανοήσουν καλύτερα τη λειτουργία του, μια διεθνής ομάδα ερευνητών συνέλεξε δεδομένα εγκεφαλικής σάρωσης από πλήθος μεμονωμένων ερευνών, με ένα συνολικό δείγμα 101.457 εγκεφάλων σε κάθε ηλικιακό στάδιο της ζωής. Η τομογραφία του νεότερου εγκεφάλου ανήκε σε ένα έμβρυο 16 εβδομάδων, και του γηραιότερου σε έναν αιωνόβιο.

Από το τεράστιο αυτό εύρος δεδομένων προέκυψαν κάποια εντυπωσιακά στοιχεία. 

  • Το πάχος του εγκεφαλικού φλοιού, του γεμάτου πτυχώσεις εξωτερικού στρώματος του εγκεφάλου που ευθύνεται για διαδικασίες όπως η γλώσσα, η αντίληψη και η συνείδηση, φτάνει στην κορύφωσή του στην ηλικία των δύο χρόνων. 
  • Ο όγκος της φαιάς ουσίας που αποτελείται από κυτταρικά σώματα των νεύρων, κορυφώνεται όταν είμαστε παιδιά, σε ηλικία περίπου επτά χρόνων. 
  • Η λευκή ουσία, που αποτελείται από συνδέσεις μεταξύ των νευρώνων που επιτρέπουν στις περιοχές του εγκεφάλου να επικοινωνούν γρήγορα, φτάνει στο αποκορύφωμά της περίπου στην ηλικία των τριάντα, και αρχίζει να φθίνει αργότερα στην ενήλικη ζωή. 
  • Το μέγεθος των κοιλιών, των γεμάτων με υγρό κοιλοτήτων του εγκεφάλου, αυξάνεται ραγδαία σε μεταγενέστερη ηλικία – με το μεγαλύτερο μέγεθος να σχετίζεται με κάποιες νευροεκφυλιστικές νόσους. 

«Οι απόλυτες διαφορές στο μέγεθος αυτών των χαρακτηριστικών είναι κάπως επουσιώδεις. Είναι χρήσιμες όσον αφορά τη χαρτογράφηση μιας αναφοράς για κάθε ηλικία, δεδομένες της δυναμικότητας αυτών των διαδικασιών» εξηγεί ο Τζέικομπ Ζάιτλιτς, εκ των επικεφαλής της έρευνας και ερευνητικός επιστήμονας στο Ινστιτούτο Ζωής Εγκεφάλου του πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια. 

Η ανάπτυξη του εγκεφάλου γίνεται όλο και πιο ευμετάβλητη όσο μεγαλώνουμε. Ακόμη και διαφορετικά σημεία του εγκεφάλου, όπως οι περιοχές που ορίζουν την όραση ή τον λόγο, φτάνουν στα δικά τους ορόσημα σε διαφορετικές ηλικίας, σημειώνει ο Σαχάρ Αχμάντ, ερευνητής στο Ιατρική Σχολή UNC με εξειδίκευση στη νευροαπεικόνιση της εγκεφαλικής ανάπτυξης. 

Βρεφική ηλικία

Οι εγκέφαλοι των μωρών είναι σα σφουγγάρια, ρουφώντας κάθε είδος πληροφορίας από τον κόσμο που τα περιβάλλει. 

Για παράδειγμα, τον πρώτο χρόνο ζωής τους, τα μωρά μπορούν να μάθουν οποιαδήποτε γλώσσα, παρότι η ικανότητα αυτή περιορίζεται γρήγορα με βάση τους ήχους ή τα σημάδια που ακούν ή βλέπουν. 

Επιπλέον, σε εξέλιξη βρίσκονται σημαντικές κυτταρικές και γενετικές διαδικασίες. Ενώ οι περισσότεροι νευρώνες δημιουργούνται με τη γέννηση, άλλα είδη κυττάρων στον εγκέφαλο, όπως τα γλοία, αναπτύσσονται και ωριμάζουν ραγδαία κατά τα πρώτα χρόνια ζωής. Τα νευρογλοιακά κύτταρα συνεχίζουν να ωριμάζουν για πολλές δεκαετίες. 

2-10 χρόνων 

Ξεκινώντας περίπου στους 18 μήνες του μωρού, ο εγκέφαλος στρέφεται προς τη μάθηση, που περιλαμβάνει τόσο την ενίσχυση σημαντικών συνδέσεων, όσο και τη μείωση αυτών που δε χρησιμοποιούνται. 

Τα μωρά χάνουν περίπου το ήμισυ των εγκεφαλικών συνάψεων που είχαν μόλις δημιουργηθεί, σε μια διαδικασία που ονομάζεται «συναπτικό κλάδεμα» και τους επιτρέπει να προτάξουν πιο βασικές και περίπλοκες λειτουργίες. Παράλληλα συντελείται και η μυελίνωση, η διαδικασία κατά την οποία τμήματα των νευρώνων μονώνονται από μια λιπαρή πρωτεΐνη, τη μυελίνη που αυξάνεται ραγδαία στην παιδική ηλικία και μετά.

Εφηβεία, 10-19 

Από την ηλικία των 10 έως τα 19, υπάρχουν δυναμικές αλλαγές στα εγκεφαλικά δίκτυα που εμπλέκονται στην εκμάθηση του τρόπου επεξεργασίας των συναισθημάτων και των κινήτρων, καθώς οι έφηβοι αρχίζουν να απομακρύνονται από την ασφάλεια της οικογενειακής εστίας.

«Κατά την εφηβεία, πρέπει να μάθεις να τα βγάζεις πέρα μόνος σου καθώς δεν έχεις την ίδια προστασία από τους γονείς όπως είχες σε νεότερη ηλικία. Μαθαίνοντας τα όρια των κοινωνικών κανόνων είναι ακριβώς αυτό που ορίζει την εφηβεία, προετοιμάζοντας το άτομο να γίνει ένας λειτουργικός ενήλικας» εξηγεί ο Μ.Τ Κάσεϊ, καθηγητής νευροεπιστημών στο Barnard College. 

20-39 

Από τα 25 έως τα 29 θεωρείται συχνά πως η εγκεφαλική εξέλιξη έχει φτάσει στην κορύφωσή της. Ο μύθος αυτός εδράζεται εν μέρει στην παρατήρηση πως η λευκή ουσία, υποκατάστατο «ταχύτητας» στην επεξεργασία πληροφοριών φτάνει σε αυτές τις ηλικίες στο αποκορύφωμά της. 

Ωστόσο, λένε οι επιστήμονες, ο εγκέφαλος δεν έχει τελειώσει με την ανάπτυξή του. 

Καθώς ο εγκέφαλος περνά στα 30 και τα 40, η συναπτική πλαστικότητα, η ικανότητα  του νευρικού συστήματος να αλλάζει τη δομή και τη λειτουργία του καθ ‘όλη τη ζωή του ως απάντηση στις αλλαγές της ζωής, πιστεύεται πως επαναπροσδιορίζεται, κάθε άλλο παρά μειώνεται. 

«Το σύστημα απλώς αρχίζει να λειτουργεί διαφορετικά. Μετακινείται σε κάτι ίσως λίγο πιο στρατηγικό και μακροπρόθεσμο σε σχέση με το “πρέπει να θυμάμαι ακριβώς τι είναι αυτό και να είμαι γρήγορος και έξυπνος όπως ήμουν στα 20 μου”» εξηγεί ο Μαρκ Χάρνετ, αναπληρωτής καθηγητής εγκεφαλικών και γνωστικών επιστημών στο ΜΙΤ, ο οποίος μελετά τον τρόπο με τον οποίο οι νευρώνες επικοινωνούν σε κυκλώματα και δίκτυα που διέπουν σύνθετες συμπεριφορές.

40 και άνω

Όταν χάνουμε τα κλειδιά μας ή ξεχνάμε ένα όνομα, ενδέχεται να αγχωθούμε πως ο εγκέφαλός μας δε λειτουργεί όπως πριν. Ωστόσο, νέα έρευνα καταρρίπτει την πεποίθηση ότι η πλαστικότητα, η ικανότητα του εγκεφάλου να ανταποκρίνεται στις αλλαγές, μειώνεται στον εγκέφαλο των ενηλίκων και των γηραιότερων. 

Μελέτη του Χάρνετ έδειξε πρόσφατα την παρουσία «σιωπηλών συνάψεων», συνδέσεων δηλαδή που παραμένουν ανενεργές μέχρι να ενεργοποιηθούν για τη διαμόρφωση νέων αναμνήσεων σε ενήλικα ποντίκια. Οι συνάψεις αυτές έχουν συνδεθεί με την πρώιμη ανάπτυξη, ωστόσο ο Χάρνετ και οι συνεργάτες του επιβεβαιώνουν την ευρεία παρουσία τους στους ανθρώπινους εγκεφάλους ενηλίκων σε διάφορες ηλικίες. 

Τα ευρήματα αυτά, που καταδεικνύουν πως ο εγκέφαλος μπορεί να αλλάξει δυναμικά στην ενήλικη ζωή, αλλάζει τον τρόπο που οι επιστήμονες βλέπουν την εγκεφαλική γήρανση. 

«Όλοι νιώθουν πως η πλαστικότητα εξαφανίζεται καθώς μεγαλώνουμε και οι νευρώνες απλώς πεθαίνουν. Εδώ διαπιστώνουμε κάτι πραγματικά ισχυρό. Υπάρχουν όλες αυτές οι σιωπηλές συνάψεις και όλη αυτή η επιπλέον δυνατότητα πλαστικότητας στον εγκεφαλικό φλοιό των ενηλίκων. Αυτό είναι απίθανο, δεν γνωρίζαμε πως υπήρχε, είναι συναρπαστικό» δηλώνει ο Χάρνετ. 

Από τα 40 και μετά, η ζωή στρέφεται σε πιο απαιτητικούς ρόλους της ενηλικίωσης – καριέρα, οικογένεια και προσφορά στην επόμενη γενιά. Εμπειρίες όπως η έκθεση στο άγχος και οι αυξημένες τοξίνες μπορούν να επηρεάσουν δραστικά την ανάπτυξη και τη γήρανση του εγκεφάλου. 

Ένας 50χρονος που έχει έντονη κοινωνική ζωή και ασκείται τακτικά, ταξιδεύει ή εμπλέκεται σε δραστηριότητες εθελοντισμού ίσως έχει «νεότερο» εγκέφαλο από έναν 50χρονο πιο απομονωμένο από το σύνολο που σπανίως συμμετέχει σε κοινές διαδικασίες. 

65 και μετά 

Αργότερα στη ζωή, ο εγκέφαλος συρρικνώνεται σε μέγεθος και μπορεί να αρχίσει να φθίνει σε λειτουργία. Ωστόσο, πολλά άτομα μεγαλύτερης ηλικίας έχουν τη ευχέρεια μεγαλύτερης σοφίας, βασισμένης σε μια ολόκληρη ζωή εμπειριών.

Κοιμηθείτε σωστά και προσθέστε έως και πέντε χρόνια στη ζωή σας

«Δε μιλάμε μόνο για ποιότητα και ποσότητα τού ύπνου, αλλά και για συχνότητα, το να κοιμόμαστε δηλαδή το ίδιο καλά τη μία νύχτα μετά την άλλη»

Πέντε καλές συνήθειες ύπνου μπορούν να προσθέσουν επιπλέον πέντε χρόνια στη ζωή ενός άνδρα και 2,5 στη ζωή μιας γυναίκας, αποκαλύπτει νέα έρευνα. 

«Αν οι άνθρωποι ακολουθήσουν όλες αυτές τις ιδανικές συμπεριφορές ύπνου, είναι πιθανότερο να ζήσουν περισσότερο. Αν μπορέσουμε να βελτιώσουμε συνολικά τον ύπνο και να αναγνωρίσουμε πως οι διαταραχές είναι σημαντικές, ίσως καταφέρουμε να αποτρέψουμε την πρόωρη θνησιμότητα» εξηγεί ο συνεπικεφαλής της έρευνας, δρ. Φρανκ Κιαν, κλινικός συνεργάτης στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ. 

Οι πέντε συστάσεις για υγεία στον ύπνο

  • Αρχικά, λένε οι επιστήμονες, πρέπει να κοιμόμαστε επτά ή οκτώ ώρες κάθε βράδυ, ακόμη κι αν οι σύγχρονοι ρυθμοί ζωής δεν το επιτρέπουν.
  • Ωστόσο, ο ύπνος αυτός πρέπει να είναι ουσιαστικός. Όχι να παραμένουμε απλώς περισσότερες ώρες στο κρεβάτι, αλλά να κοιμόμαστε απρόσκοπτα και ξεκούραστα πιο συχνά.
  • Αυτό σημαίνει πως για τουλάχιστον δύο φορές εβδομαδιαίως δεν πρέπει να ξυπνάμε κατά τη διάρκεια τού βραδινού ύπνου ή να δυσκολευόμαστε να κοιμηθούμε.
  • Επιπλέον, για τουλάχιστον πέντε ημέρες την εβδομάδα πρέπει να ξυπνάμε ξεκούραστοι το πρωί.
  • Και τέλος, δεν πρέπει να παίρνουμε φάρμακα που μας βοηθούν να κοιμηθούμε. 

«Δε μιλάμε μόνο για ποιότητα και ποσότητα τού ύπνου, αλλά και για συχνότητα, το να κοιμόμαστε δηλαδή το ίδιο καλά τη μία νύχτα μετά την άλλη» εξηγεί ο Ρατζ Ντασγκούπτα, αναπληρωτής καθηγητής κλινικής ιατρικής στην Ιατρική Σχολή Keck του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας – ο οποίος δε συμμετείχε στη συγκεκριμένη έρευνα. 

«Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει πως η αστάθεια στο χρόνο και τη διάρκεια τού ύπνου συνδέονται με μεταβολικές και ανωμαλίες και υψηλότερο κίνδυνο εκδήλωσης καρδιαγγειακών νοσημάτων. Η προτροπή για τη διατήρηση ενός τακτικού προγράμματος ύπνου με σταθερή διάρκεια ίσως είναι ένα σημαντικό μέρος των συστάσεων στον τρόπο ζωής για την αποτροπή καρδιακών παθήσεων» προσθέτει ο ίδιος. 

Η προκαταρκτική έρευνα που παρουσιάστηκε την Πέμπτη σε ετήσιο συνέδριο του Αμερικανικού Κολλεγίου Καρδιολογίας, ανέλυε δεδομένα από τουλάχιστον 172.000 ανθρώπους που απάντησαν σε ερωτηματολόγια για τον ύπνο τους μεταξύ 2013 – 2018 – με τις ετήσιες έρευνες να πραγματοποιούνται από το CDC (Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών των ΗΠΑ) και το Εθνικό Κέντρο Στατιστικής Υγείας. 

Οι διαφορές μεταξύ γυναικών-ανδρών

Σε κάθε μία από τις πέντε αυτές υγιεινές συνήθειες ύπνου -το να κοιμάται κανείς εύκολα, να μην ξυπνά τα βράδια, ο ύπνος να διαρκεί επτά με οκτώ ώρες, να ξυπνά ξεκούραστος και να μην παίρνει υπνωτικά- δόθηκε ένας αριθμός. Και οι άνθρωποι κλήθηκαν να απαντήσουν σε πόσες από αυτές τις συνήθειες ανταποκρίνονταν. 

Περίπου τέσσερα χρόνια αργότερα, οι ερευνητές συνέκριναν τα αποτελέσματα αυτά με τα στοιχεία του αρχείου εθνικού δείκτη θανάτων, ώστε να διαπιστώσουν αν κάποιες από αυτές τις συμπεριφορές ύπνου συνέβαλαν σε πρόωρο θάνατο από συγκεκριμένες ασθένειες ή οποιαδήποτε άλλη αιτία. 

Στη συνέχεια, οι ερευνητές συνυπολόγισαν άλλες πιθανές αιτίες που αύξαναν τον κίνδυνο θανάτου -όπως η κατανάλωση αλκοόλ, η χαμηλότερη κοινωνικο-οικονομική κατάσταση και υπάρχουσες ασθένειες. 

Σε σύγκριση με τα άτομα που είχαν μηδέν έως έναν ευνοϊκό παράγοντα ύπνου, εκείνοι που είχαν και τους πέντε είχαν 30% λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν για οποιονδήποτε λόγο.

«Σε σύγκριση με τα άτομα που είχαν από μηδέν έως ένα καλές συνήθειες ύπνου, όσοι πληρούσαν και τις πέντε προϋποθέσεις, είχαν λιγότερες πιθανότητες

  • κατά 30% να πεθάνουν από οποιονδήποτε λόγο,
  • κατά 21% να πεθάνουν από καρδιαγγειακές ασθένειες,
  • κατά 19% να πεθάνουν από καρκίνο και
  • κατά 40% να πεθάνουν από αιτίες άλλες

Οι άνδρες που ακολουθούσαν και τις πέντε αυτές συστάσεις καλού ύπνου, είχαν προσδόκιμο ζωής κατά 4,7 χρόνια μεγαλύτερο από τα άτομα που δεν είχαν κανένα ή μόνο ένα από τα πέντε στοιχεία ύπνου, σύμφωνα με τη μελέτη.

Στις γυναίκες, ο αντίκτυπος των υγιεινών συνηθειών ύπνου ήταν πολύ χαμηλότερος. Όσες ακολουθούσαν και τις πέντε συνήθειες ύπνου κέρδισαν 2,4 χρόνια σε σύγκριση με εκείνες που δεν ακολουθούσαν καμία ή μόνο μία.

Πηγή:kathimerini.gr

Έρευνα: Η συχνή χρήση κάνναβης αυξάνει τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου

Οι άνθρωποι που κάνουν καθημερινή χρήση κάνναβης διατρέχουν 34% μεγαλύτερο κίνδυνο για νόσο της στεφανιαίας αρτηρίας, σε σύγκριση με εκείνους που δεν ήταν ποτέ χρήστες

Η κάνναβη γίνεται ολοένα πιο δημοφιλής διεθνώς, τόσο για ιατρικούς όσο και για ψυχαγωγικούς λόγους, αλλά μία νέα αμερικανική επιστημονική μελέτη, η μεγαλύτερη του είδους της, προειδοποιεί ότι η συχνή χρήση της ενέχει κινδύνους για την καρδιά. Οι άνθρωποι που κάνουν καθημερινή χρήση κάνναβης (μαριχουάνας), διατρέχουν 34% μεγαλύτερο κίνδυνο για νόσο της στεφανιαίας αρτηρίας, σε σύγκριση με εκείνους που δεν ήταν ποτέ χρήστες.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Ισάν Παραντζίπε του Πανεπιστημίου Στάνφορντ της Καλιφόρνια, οι οποίοι έκαναν τη σχετική ανακοίνωση στο Παγκόσμιο Συνέδριο Καρδιολογίας στις ΗΠΑ, μελέτησαν στοιχεία για 175.000 ανθρώπους. Διαπιστώθηκε ότι η καθημερινή χρήση κάνναβης αυξάνει κατά το ένα τρίτο περίπου τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου, ενώ η πιο αραιή χρήση (περίπου μια φορά τον μήνα) δεν αυξάνει ιδιαίτερα τον κίνδυνο. Η έρευνα δεν έκανε διάκριση ανάμεσα σε διαφορετικές μορφές της κάνναβης (που καπνίζεται, τρώγεται κλπ).

«Βρήκαμε ότι η χρήση κάνναβης συνδέεται με στεφανιαία νόσο και φαίνεται ότι όσο πιο συχνή είναι η χρήση, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος για την καρδιά. Από άποψη δημόσιας υγείας, η μελέτη δείχνει ότι υπάρχουν πιθανώς ορισμένες επιβλαβείς επιπτώσεις της κάνναβης που δεν είχαν αναγνωριστεί έως τώρα και είναι κάτι που οι άνθρωποι θα πρέπει να πάρουν υπόψη τους», δήλωσε ο δρ Παραντζίπε.

Καθώς η κάνναβη τείνει να νομιμοποιηθεί σε περισσότερες αμερικανικές πολιτείες και χώρες, η νέα έρευνα αναδεικνύει τις πιθανές καρδιαγγειακές επιπτώσεις της σε βάθος χρόνου. Η στεφανιαία νόσος είναι η συχνότερη μορφή καρδιοπάθειας και συμβαίνει όταν οι αρτηρίες που τροφοδοτούν με αίμα την καρδιά, υφίστανται στένωση λόγω δημιουργίας πλάκας χοληστερόλης στο εσωτερικό τους. Η νόσος προκαλεί πόνο στο στήθος, δύσπνοια και κόπωση, ενώ μπορεί να οδηγήσει και σε έμφραγμα.

Προηγούμενες μικρότερες έρευνες είχαν παράσχει ενδείξεις ότι το κάπνισμα κάνναβης μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για έμφραγμα, εγκεφαλικό και άλλα καρδιαγγειακά επεισόδια, ιδίως μεταξύ των νεότερων ανθρώπων, κάτι που έρχεται να επιβεβαιώσει η νέα μεγαλύτερη μελέτη. Η διαταραχή της χρήσης κάνναβης είναι μια αναγνωρισμένη ψυχιατρική διαταραχή που αφορά την συχνή χρήση κάνναβης και την εξάρτηση από αυτήν.

Η τετραϋδροκανναβινόλη (THC), το ψυχοδραστικό μόριο της κάνναβης, δρα στους κυτταρικούς υποδοχείς που υπάρχουν στο κεντρικό σύστημα, στην καρδιά και στα αιμοφόρα αγγεία. Η δράση αυτή διευκολύνει την πρόκληση φλεγμονής και τη συσσώρευση πλάκας στις αρτηρίες, με τελικό αποτέλεσμα τη στεφανιαία νόσο. Το ίδιο αποτέλεσμα πάντως δεν συμβαίνει κατ’ ανάγκη με την κανναβιδιόλη (CBD), ένα άλλο δραστικό συστατικό της κάνναβης, η οποία περιλαμβάνεται συνήθως σε προϊόντα που δεν περιέχουν τετραϋδροκανναβινόλη.

Πηγή:kathimerini.gr