Καθώς η Τουρκία βαδίζει προς τη 14η Μαΐου, απόλυτη προτεραιότητα του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι να συσπειρώσει το εθνικιστικό ακροατήριο για να ανατρέψει την εις βάρος του εικόνα, όπως αυτή αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις.
Στον «αγώνα» του Τούρκου προέδρου φαίνεται ότι δεν περισσεύει κανείς, ούτε οι πιο ακραίοι κύκλοι της τουρκικής κοινωνίας, στους οποίους είναι υποχρεωμένος να απευθύνεται.
Αυτό που περιμένουμε όσο πλησιάζουμε προς την ημέρα διεξαγωγής των προεδρικών εκλογών, είναι ένας ανταγωνισμός μεταξύ του Ερντογάν και της ενωμένης αντιπολίτευσης, μια πλειοδοσία πατριωτικών και εθνικιστικών κορώνων, που στο επίκεντρο θα έχουν τις Ηνωμένες Πολιτείες και εξ αντανακλάσεως την Ελλάδα, μιας και το κλίμα στις διμερείς μας σχέσεις, όπως αυτές διαμορφώνονται μετά την 6η Φεβρουαρίου, δεν επιτρέπουν απευθείας επιθέσεις και εντάσεις.
Η προτροπή Ερντογάν, μιλώντας σε εκδήλωση των Γκρίζων Λύκων, «ψηφίστε με να δώσουμε ισχυρό μάθημα στις ΗΠΑ και τον Μπάιντεν» δείχνει ακριβώς ότι ο άξονας γύρω από τον οποίο ο Τούρκος πρόεδρος θα ξετυλίξει την εθνικιστική του ρητορική, είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες. Μέρος αυτής της στρατηγικής είναι και το αφήγημα ότι οι Αμερικανοί επέλεξαν να δώσουν «προβάδισμα» στρατηγικού χαρακτήρα στην Ελλάδα
Το τελευταίο διάστημα, τα Μέσα Ενημέρωσης που ελέγχονται από την κυβέρνηση «στοχοποιούν» τα αμερικανικά αμυντικά συστήματα που ενδιαφέρουν την Ελλάδα, είτε πρόκειται για τα αμφίβια τεθωρακισμένα, είτε για ελικόπτερα ή άλλα στρατιωτικά μέσα, κάτι που ενοχλεί την Τουρκία όσο δεν προχωράει το αίτημα της για νέα και αναβαθμισμένα F-16.
Οι Τούρκοι λένε ότι τα ελληνικά νησιά εξοπλίζονται με αμερικανικά όπλα. Αυτό έχει δύο αναγνώσεις. Από τη μία, ότι η Τουρκία δεν θέλει να δει την Ελλάδα να «ξεφεύγει» από τον κανόνα των εξοπλισμών για την ισορροπία των δυνάμεων στο Αιγαίο και καθώς υπάρχει πάντα στο μυαλό του το σύνδρομο των Σεβρών, ότι οι μεγάλες δυνάμεις θα μπορούσαν και πάλι να αποσταθεροποιήσουν την Τουρκία με κάποια χώρα, σε αυτή την περίπτωση την Ελλάδα, σε ρόλο Δούρειου Ίππου. Δεν πρέπει να εκπλαγούμε αν ακούσουμε αυτή τη ρητορική τόσο από την πλευρά του Ερντογάν όσο και από την αντιπολίτευση.
Ο Τούρκος πρόεδρος ξεμένει από διεξόδους και θα αναγκαστεί σύντομα να παίξει δυνατά το χαρτί του εθνικισμού. Αυτό οφείλεται και στο γεγονός ότι η ακροδεξιά Μεράλ Ακσενέρ, που έχει συνταχθεί με τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου έχει διπλάσια ποσοστά από τον κυβερνητικό εταίρο του Ερντογάν, Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Στόχος του Ερντογάν φαίνεται πως είναι να διασπάσει την τουρκική αντιπολίτευση σε δύο κατευθύνσεις. Αφενός, θέλει να «αρπάξει» τις ψήφους των εθνικιστών και να τις «προσθέσει» στον Μπαχτσελί για να μη χάσει τη μάχη στο Κοινοβούλιο. Αφετέρου να φέρει σε αντιπαράθεση τους Κεμαλιστές της αντιπολίτευσης με τους Κούρδους για να σπάσει τη «συμμαχία» που φαίνεται να διαμορφώνεται.
Είναι γνωστό ότι το παρακρατικό άκρο της Τουρκίας που εκπροσωπεί ο Ντεβλέτ Μπαχτσελί είναι σε θανάσιμη διαμάχη με τους Κούρδους αλλά επειδή και η Μεράλ Ακσενέρ είναι κόκκινο πανί, ο Ερντογάν θέλει να πάρουν θέση οι εθνικιστές και να συγκεντρώσει τους απογοητευμένους που θα χάσουν την «πίστη» τους στη συμμαχία της αντιπολίτευσης.
Την ίδια τακτική πάντως, αναμένεται να εφαρμόσει και ο ηγέτης των κεμαλιστών, Κεμάλ Κιλιτσντάρολγου. Αν ο Ερντογάν επαναφέρει, έστω και πιο προσεκτικά, τη συγκρουσιακή ρητορική απέναντι στις ΗΠΑ, την Ελλάδα και γενικότερα τη Δύση, τότε και ο Κιλιτσντάρογλου θα αναγκαστεί να ακολουθήσει. Άλλωστε, πρόκειται για τον ίδιο άνθρωπο που έλεγε στον Ερντογάν να πάρει τα νησιά. Τώρα όμως, ο Κιλιτσντάρογλου θα πρέπει να εμφανιστεί ακόμη πιο ακραίος, επενδύοντας στην εθνικιστική του ρητορική, καθώς η προσέγγιση με τους Κούρδους μπορεί να οδηγήσει αρκετούς ακροδεξιούς εκτός του κόμματος.
ΠΗΓΗ: cnn.gr