Οι επιστήμονες μελετούν μια πολλά υποσχόμενη και απλή θεραπεία με υπερήχους στον εγκέφαλο, που μπορεί να βοηθήσει στην αναχαίτιση των επιθυμιών που προκαλούν οι εθισμοί.
Μια νέα θεραπεία, μη επεμβατική, για τους εθισμούς που προκαλεί το αλκοόλ, το τσιγάρο, η κοκαΐνη, η κάνναβη, και άλλες ουσίες, δοκιμάζουν ειδικοί στις ΗΠΑ.
Η θεραπεία γίνεται με Εστιασμένους Υπέρηχους Χαμηλής Έντασης (LIFU), οι οποίοι διεγείρουν συγκεκριμένες δομές του εγκεφάλου.
Ερευνητές του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια κάνουν την πρώτη πιλοτική μελέτη για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των υπερήχων στον εγκέφαλο για την αντιμετώπιση της διαταραχής χρήσης κοκαΐνης.
Στο ίδιο πλαίσιο, στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Δυτικής Βιρτζίνια, μελετάται η χρήση υπερήχων, κυρίως για την αντιμετώπιση της διαταραχής χρήσης οπιοειδών, αλλά και του εθισμού σε διάφορες ουσίες, συμπεριλαμβανομένων του αλκοόλ, της κάνναβης, της μεθαμφεταμίνη και της κοκαΐνης.
Τα πρώτα ευρήματα στους λίγους ασθενείς που συμμετείχαν στις μελέτες, ήταν ελπιδοφόρα, όπως υπογραμμίζει η Washington Post, αλλά χρειάζονται περισσότερες έρευνες για να πιστοποιηθούν.
«Το πιο εντυπωσιακό σχετικά με αυτές τις μελέτες είναι η δυνατότητα για διατηρήσιμες αλλαγές από μια θεραπεία μόλις 10 έως 20 λεπτών», δήλωσε ο James Mahoney, κλινικός νευροψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο της Δυτικής Βιρτζίνια που συμμετέχει στη διεξαγωγή της έρευνας.
Εάν είναι αποτελεσματική η LIFU θα μπορούσε να αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο για την παροχή βοήθειας σε ασθενείς, όταν οι τρέχουσες θεραπείες αποτυγχάνουν.
Η θεραπεία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως θεραπεία για διάφορες μορφές εθισμού, συμπεριλαμβανομένης και αυτής του καπνίσματος.
Επαναφορά του εγκεφάλου
Μέχρι σήμερα έχουν γίνει διάφορες δοκιμές με τη μέθοδο της διέγερσης του εγκεφάλου για την αντιμετώπιση του εθισμού με ποικίλα αποτελέσματα.
Το πλεονέκτημα των Εστιασμένων Υπερήχων Χαμηλής Έντασης είναι ότι είναι μη επεμβατικός και δεν απαιτεί αναισθησία.
Ο συγκεκριμένος μηχανισμός που διέπει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι θεραπείες εγκεφαλικής διέγερσης δεν είναι σαφής.
Πιστεύεται όμως, ότι ρυθμίζουν τη ροή των μορίων ανταλλαγής μηνυμάτων μεταξύ των νευρώνων, που ονομάζονται νευροδιαβιβαστές, επαναφέροντας αποτελεσματικά τον εγκέφαλο, «έτσι ώστε τα άτομα να μην επηρεάζονται από την έντονη επιθυμία και το άγχος που τα οδηγεί να πάρουν την κοκαΐνη ή να πάρουν τα οπιοειδή», δήλωσε ο Ali Rezai, καθηγητής νευροχειρουργικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Δυτικής Βιρτζίνια.
Tεχνικές διέγερσης του εγκεφάλου
Υπάρχουν διάφορες τεχνικές διέγερσης του εγκεφάλου για την αντιμετώπιση διαφορετικών παθήσεων.
Η ηλεκτροσπασμοθεραπεία (ECT) αναπτύχθηκε πριν από σχεδόν έναν αιώνα. Στην ECT ο ασθενής πρέπει να είναι σε αναισθησία και οι ειδικοί στέλνουν ηλεκτρικό ρεύμα στον εγκέφαλό του, προκαλώντας μια σύντομη κρίση. Η ECT χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα σε διάφορες παθήσεις, όπως για παράδειγμα στη μείζονα καταθλιπτική διαταραχή, τη σχιζοφρένεια και τη διπολική διαταραχή. Η ECT δεν χρησιμοποιείται συνήθως για διαταραχές χρήσης ουσιών.
Για ορισμένες καταστάσεις ψυχικής υγείας, «η ECT είναι εξαιρετικά αποτελεσματική», δήλωσε η Diana Martinez, καθηγήτρια ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια.
Ωστόσο, ξεκαθάρισε ότι εκτός του ότι απαιτεί αναισθησία, η ECT μπορεί να προκαλέσει προσωρινή εξασθένιση της μνήμης, κάτι που πολλοί ασθενείς δεν επιθυμούν να τους συμβεί.
Η εν τω βάθει εγκεφαλική διέγερση (DBS), που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία διαφόρων παθήσεων, όπως η νόσος του Πάρκινσον και η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή (OCD), απαιτεί την εμφύτευση ενός νευροδιεγέρτη, παρόμοιου με τον βηματοδότη καρδιάς, που παρέχει ηλεκτρικούς παλμούς στον εγκέφαλο του ασθενούς.
Η DBS είναι εξαιρετικά αποτελεσματική και πάνω από 200.000 άτομα σε όλο τον κόσμο έχουν λάβει αυτά τα εμφυτεύματα, αλλά μια επεμβατική χειρουργική επέμβαση στον εγκέφαλο μπορεί να έχει σοβαρές επιπλοκές.
Η διακρανιακή μαγνητική διέγερση (TMS), η οποία χρησιμοποιεί μαγνητικούς παλμούς για τη διέγερση των κυττάρων του εγκεφάλου, δεν απαιτεί αναισθησία ή χειρουργική επέμβαση και έχει εγκριθεί για τη θεραπεία της μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής και της OCD.
Η TMS έχει δείξει ότι μπορεί να είναι αποτελεσματική στη θεραπεία διαταραχών χρήσης ουσιών, αλλά ένα σημαντικό μειονέκτημα είναι ότι τα μαγνητικά πεδία που παράγει, δεν μπορούν να στοχεύσουν με ακρίβεια τις βαθιές δομές του εγκεφάλου που εμπλέκονται στον εθισμό, οπότε καταλήγουν να διεγείρονται και άλλες δομές.
Υπέρηχοι για την αντιμετώπιση του εθισμού
Σε αντίθεση με την TMS, ο Εστιασμένος Υπέρηχος Χαμηλής Έντασης μπορεί να στοχεύσει με ακρίβεια τις δομές βαθιά στον εγκέφαλο, χρησιμοποιώντας μηχανική, ακουστική ενέργεια.
«Μπορούμε να κατευθύνουμε δέσμες υπερήχων με ακρίβεια σε μία πολύ συγκεκριμένη περιοχή», δήλωσε ο Rezai.
Το LIFU αξιολογείται επίσης για την αποκατάσταση από το κώμα, τον καρκίνο του εγκεφάλου και τη νόσο Αλτσχάιμερ, στοχεύοντας σε διάφορες περιοχές του εγκεφάλου.
Στη μελέτη του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια που επικεντρώνεται στον εθισμό στην κοκαΐνη, οι ερευνητές θα στοχεύσουν στο νησιωτικό φλοιό.
Ο νησιωτικός φλοιός, που βρίσκεται βαθιά μέσα στον εγκέφαλο, πιστεύεται ότι διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στο κύκλωμα ανταμοιβής που εμπλέκεται στις διαταραχές χρήσης ουσιών.
«Είναι πραγματικά σχεδόν ένας φύλακας πύλης», για το σύστημα ανταμοιβής, επειδή εμπλέκεται στην ενδοσκόπηση, τη λήψη, την ερμηνεία και τη ρύθμιση των σημάτων που αποστέλλονται από διαφορετικές περιοχές του οργανισμού», δήλωσε η Nassima Ait-Daoud Tiouririne, αναπληρώτρια καθηγήτρια ψυχιατρικής και νευροσυμπεριφορικών επιστημών στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια.
Η ίδια και οι συνεργάτες της θα αξιολογήσουν την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα του LIFU για τη μείωση της επιθυμίας για κοκαΐνη σε 30 ασθενείς με διαταραχή χρήσης κοκαΐνης.
Οι συμμετέχοντες στη μελέτη θα τοποθετηθούν σε ένα μηχάνημα λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας (fMRI), το οποίο μετρά τις αλλαγές στη ροή του αίματος σε ολόκληρο τον εγκέφαλο, υποδεικνύοντας την εγκεφαλική δραστηριότητα και στη συνέχεια θα τους παρουσιαστούν εικόνες κοκαΐνης, χρήσης κοκαΐνης και σύνεργα όπως σωλήνες και βελόνες και θα τους ζητηθεί να αξιολογήσουν την επιθυμία τους.
Στους συμμετέχοντες θα χορηγηθεί στη συνέχεια είτε η θεραπεία LIFU, που στοχεύει στο νησιωτικό φλοιό, είτε η λεγόμενη εικονική θεραπεία, όπου το άτομο που χορηγεί τη θεραπεία κάνει τις κινήσεις αλλά δεν παρέχεται ενέργεια στον εγκέφαλο.
Στη συνέχεια, οι ασθενείς θα τοποθετηθούν ξανά στον μαγνητικό τομογράφο, θα εκτεθούν στις ίδιες εικόνες όπως και πριν και θα τους ζητηθεί να αξιολογήσουν ξανά τη λαχτάρα τους για λήψη του ναρκωτικού.
Αυτές οι αξιολογήσεις θα είναι σημαντικές, όπως και τα δεδομένα της μαγνητικής τομογραφίας, διότι θα δείξουν αν η εγκεφαλική δραστηριότητα μεταβάλλεται από τη θεραπεία LIFU, δήλωσε η Ait-Daoud Tiouririne.
«Εξετάζουμε τη συνδεσιμότητα του εγκεφάλου, διότι αυτό που γνωρίζουμε με τον εθισμό, δεν είναι μόνο ένα μέρος του εγκεφάλου», είπε η ίδια.
Η μελέτη είναι ιδιαίτερα σημαντική επειδή επί του παρόντος η μόνη διαθέσιμη θεραπεία για τη διαταραχή χρήσης κοκαΐνης είναι η συμπεριφορική θεραπεία (είδος ψυχοθεραπείας