Enarxi 1
Κοινοποίηση

Ο βραβευμένος με Όσκαρ ελληνικής καταγωγής Αλεξάντερ Πέιν βρέθηκε στην Αιδηψό για την έναρξη του 2ου Evia Film Project και μίλησε ανοιχτά με το κοινό.

«Λυπάμαι πολύ για τους λόγους που οδήγησαν στη δημιουργία του Evia Film Project, αλλά είμαι πολύ χαρούμενος που είμαι κομμάτι του», είπε ο Αλεξάντερ Πέιν μιλώντας στο κοινό που βρέθηκε στην Αιδηψό για την πρεμιέρα του 2ου Evia Film Project.

Στον θερινό κινηματογράφο Απόλλων πραγματοποιήθηκε η έναρξη και για τη φετινή διοργάνωση, με τον Πέιν να είναι ο μεγάλος καλεσμένος. Ο ελληνικής καταγωγής σκηνοθέτης, βραβευμένος με δύο Όσκαρ, δημιουργός ταινιών όπως το “Sideways” και το “Descendants” δήλωσε ευτυχής που είναι και ο ίδιος «ένα πέταλο από τα λουλούδια του πολιτισμού που ανθίζουν στις στάχτες μια καταστροφής».

Στην Εύβοια, ο Πέιν παρουσίασε την πιο φιλόδοξη και αμφιλεγόμενη ταινία της καριέρας του, Downsizing (Μικρόκοσμος) της οποίας οι περιβαλλοντικές ανησυχίες την έκαναν πολύ ταιριαστή με τις θεματικές που πρεσβεύει η συγκεκριμένη διοργάνωση. Και ταυτόχρονα, το event έδωσε στον πολυβραβευμένο σκηνοθέτη την ευκαιρία να συνομιλήσει με ειλικρίνεια με το κοινό για την πιο δύσκολη δημιουργικά στιγμή της καριέρας του.

«Είμαι χαρούμενος που υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που θέλουν να δουν τη συγκεκριμένη ταινία διότι ελάχιστοι την είδαν όταν πρωτοβγήκε στις αίθουσες», δήλωσε πριν την έναρξη της προβολής.

Η ΑΞΙΟΠΕΡΙΕΡΓΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ DOWNSIZING

Από το “Nebraska” ως το “Sideways” κι από τους “Απόγονους” ως το “Σχετικά με τον Σμιντ”, o Αλεξάντερ Πέιν έχει χτίσει μια φιλμογραφία γεμάτη μικρές, υπομονετικές ιστορίες μελαγχολικών μεσήλικων ηρώων μέσα σε απολύτως προσβάσιμες και ρεαλιστικές καταστάσεις. Ήταν λοιπόν εξαρχής απρόσμενο (όσο και καλοδεχούμενο) το πώς στην ταινία του που άνοιξε το φεστιβάλ Βενετίας το 2017, ποντάροντας προφανώς σε μια θριαμβευτική οσκαρική διαδρομή, ο εν λόγω μελαγχολικός μεσήλικας ήρωας πρωταγωνιστεί σε μια ιστορία εντυπωσιακού high-concept. Στην οποία ο Πέιν βρήκε ξανά κάτι από την ειρωνική αιχμή του “Election” καθώς φαντάζεται έναν κόσμο-μινιατούρα, όπου η ανθρωπότητα έχει την ευκαιρία να σκεφτεί τα πάντα από το μηδέν– αλλά φτιάχνει ξανά τον ίδιο ακριβώς κόσμο.

Στον κόσμο του “Downsizing”, Νορβηγοί επιστήμονες ανακαλύπτουν έναν τρόπο να σμικρύνουν ανθρώπους σε αναλογία περίπου 2.200 προς 1, ως λύση για τον υπερπληθυσμό του πλανήτη. Το σχέδιο είναι πως σε 200 με 300 χρόνια η ανθρωπότητα θα μπορεί να έχει ολοκληρώσει τη μετάβαση σε μια εκδοχή μινιατούρας, ώστε σταματήσουμε να εξαντλούμε το ζωτικό χώρο και τους πόρους του πλανήτη. Η διαδικασία αυτή μοιάζει αρχικά να είναι εντελώς εθελοντική, προσφέροντας ακόμα και σε απλούς μεσοαστούς μια μοναδική ευκαιρία ζωής: Σε αυτό το νέο κόσμο-μινιατούρα, ακόμα και με λίγα χρήματα, μπορείς να ζεις αναλογικά σαν κροίσος. Χίλια ευρώ είναι ισάξια ενός εκατομμυρίου, αφού χρειάζεσαι λιγότερα για να φας και για να ζήσεις.

Όλα για τη σωτηρία του πλανήτη λοιπόν; Ναι, αλλά και όχι ακριβώς. Η ταινία παρουσιάζει εξαρχής ένα τέτοιο θαύμα της φύσης μέσα από όρους καθαρά οικονομικούς, κάτι εξαιρετικά ενδιαφέρον όσο και ουσιώδες. Σε όλη την πρώτη πράξη του φιλμ, κανείς δε μιλάει για μεγάλες ιδέες ή για τη σωτηρία του πλανήτη (πέρα από τους επιστήμονες στην εισαγωγή), ή όταν αναφέρονται στην περιβαλλοντική διάσταση του downsizing, αυτό γίνεται με έναν τρόπο ειρωνικό. Σα να κλείνουν μεταξύ τους το μάτι: «Ναι, οπωσδήποτε, για να τη σωτηρία του πλανήτη το κάνουμε». Τα πάντα γίνονται και εξετάζονται με όρους οικονομικούς.

Το πρόβλημα που εμφανίζεται; Το ότι η ταινία δεν σταματά να κάνει απρόσμενες στροφές. Το high concept δεν μένει στάσιμο, κι ο Πέιν μαζί με τον συν-σεναριογράφο του Τζιμ Τέιλορ μοιάζουν να μην ικανοποιούνται ποτέ με την ιστορία τους, αν δεν βουτήξουν όλο και βαθύτερα σε κάθε γωνιά της. Τη στιγμή που θα πιστέψεις πως το φιλμ θα μείνει σε ένα επίπεδο, τότε παρουσιάζει κάποιο νέο δεδομένο. Είναι σαν μια αντίστροφη “Συνεκδοχή της Νέας Υόρκης”, ένα ενήλικο reboot του “Αγάπη Μου Συρρίκνωσα την Κοινωνία” γυρισμένο σαν το “Truman Show” σε θεματικό πάρκο. Κι όσο ο Πέιν και ο Τέιλορ εξερευνούν τον κόσμο που έχτισαν, η ταινία φλερτάρει πολύ συχνά με την πλήρη απώλεια του focus της, αλλά ποτέ δε σταματά να παρουσιάζει ενδιαφέρουσες ιδέες και χαρακτήρες.

Είναι πρόβλημα ο τρόπος με τον οποίο το στόρι μεταπηδά διαρκώς επίπεδα, μοιάζοντας με μια ακολουθία από ταινίες που εγκαταλείφθηκαν για να κάνουν χώρο για άλλες ταινίες, δίχως τίποτα να μοιάζει τελικά ακραίο ή ριζοσπαστικό. Όμως την ίδια στιγμή υπάρχει κάτι μεγαλεπίβολο σε αυτές τις ίδιες ιδέες και στον τρόπο που κοιτούν την ανθρωπότητα, τον πλανήτη και τη σχέση της ανθρωπότητας με τον πλανήτη. Τα ίδια λάθη και οι ίδιες αμαρτίες κυνηγούν την ανθρωπότητα σαν ιός, προσβάλλοντας κάθε νέα απόπειρα σε σχηματισμό κοινωνικοί ιστού. Χαοτικό, αλλά ποτέ αδιάφορο ή βολεμένο.

«ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΑ ΑΠΟΨΕ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΦΤΑ ΧΡΟΝΙΑ»

Ο οσκαρικός σκηνοθέτης Αλεξάντερ Πέιν εξηγεί γιατί το Downsizing έγινε η μεγαλύτερη αποτυχία της καριέρας του
 ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

«Αρχικά, το σενάριο επικεντρωνόταν στην κωμική ιδέα του πόσο περισσότερα υλικά υπάρχοντα θα μπορούσε να έχει στη διάθεσή του ένας μικροσκοπικός άνθρωπος», είπε ο Πέιν μετά το τέλος της προβολής σε συζήτηση με το κοινό. Εξηγώντας πως η ιδέα για το φιλμ είχε αυτή το καθαρά κωμικό σημείο έναρξης. «Ξεκινώντας από αυτή την αφετηρία, καταλήξαμε στο ότι ο επιστημονικός λόγος πίσω από τη συρρίκνωση των ανθρώπων θα μπορούσε να σχετίζεται με μια απόπειρα σωτηρίας του πλανήτη από τον υπερπληθυσμό και τη σπατάλη των φυσικών πόρων».

«Δεν είχαμε ως πρόθεση να εκφράσουμε ένα συγκεκριμένο μήνυμα, ασχέτως αν η ταινία αντανακλά και τις δικές μας απόψεις σε ορισμένα πολιτικά και περιβαλλοντικά ζητήματα. Παρόλα αυτά, με τον σεναριογράφο της ταινίας, Τζιμ Τέιλορ, δεν είχαμε την παραμικρή πρόθεση να φανούμε διδακτικοί. Σατιρικοί ίσως, αλλά σίγουρα όχι διδακτικοί».

Με απολύτως ειλικρινή διάθεση, ο Πέιν παραδέχτηκε πως ίσως σήμερα να είχε προσπαθήσει να κάνει το Downsizing σειρά αντί για ταινία, ακριβώς λόγω της συμπύκνωσης των τόσων πολλών ιδεών. «Αμέτρητες ιδέες έμειναν εκτός στην πορεία. Ίσως τελικά αυτό ακριβώς να ήταν και το πρόβλημα της ταινίας, η ύπαρξη μιας αρχικής ιδέας που προχωρά και αναπτύσσεται ανεξέλεγκτα. Όπως το σκέφτομαι σήμερα, το σενάριο ταιριάζει περισσότερο σε τηλεοπτική σειρά», ομολογεί.

«Παρακολούθησα απόψε την ταινία για πρώτη φορά ύστερα από επτά χρόνια και αναρωτιόμουν συνεχώς γιατί υπήρξε κριτική και εμπορική αποτυχία στην εποχή της. Κατέληξα λοιπόν στο ότι η ταινία υποφέρει από μια εσωτερική σύγκρουση, προσπαθώντας να βρει ισορροπία ανάμεσα στις υψηλές ιδέες και τις μικρές ανθρώπινες στιγμές. Εντοπίζω ένα ακόμη πρόβλημα στη συνεχή μετάβαση σε διαφορετικά κεφάλαια, στοιχείο που θα λειτουργούσε πιθανώς καλύτερα στη δομή μιας σειράς», εξήγησε.

«Ένα ακόμη πρόβλημα σε μια ταινία σαν κι αυτή είναι ότι θίγει, τουλάχιστον σε ένα πρώτο επίπεδο, πολιτικά και ταξικά ζητήματα, όπως και τα θέματα του φυλετικού ρατσισμού και της μετανάστευσης. Σε τελική ανάλυση, θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς εξίσου εύκολα ότι η ταινία διατυπώνει πολλά διαφορετικά μηνύματα, αλλά και κανένα απολύτως μήνυμα», συνεχίζει αναλύοντας το ίδιο του το φιλμ με τη νηφαλιότητα και την ψυχραιμία που φέρνει πάντα η χρονική απόσταση. «Προφανώς όλοι συμφωνούμε πως η κατάσταση που βιώνουμε σε ζητήματα όπως το περιβάλλον ή η μετανάστευση δεν είναι η επιθυμητή. Προσωπικά μιλώντας, αν υπάρχει ένα μήνυμα στην ταινία είναι πως ό,τι κι αν συμβαίνει, και παρά τα αμέτρητα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, πρέπει πάντα να βοηθούμε τον διπλανό μας», λέει.

«Μου έρχεται στο μυαλό μια συγκινητική λεπτομέρεια από το “Hotel Terminus”, το τετράωρο ντοκιμαντέρ του Μαρσέλ Όφιλς για τον εγκληματία πολέμου Κλάους Μπάρμπι, που έδρασε στη Γαλλία την εποχή της ναζιστικής κατοχής. Σε κάποια στιγμή, ο σκηνοθέτης επισκέπτεται μια πολυκατοικία σε ένα γαλλικό χωριό, όπου μια γυναίκα είχε προσπαθήσει να βοηθήσει μια Εβραία φίλη της ακριβώς τη στιγμή που την έπαιρναν με τη βία από το σπίτι της. Στο φινάλε της ταινίας υπάρχει μια αφιέρωση από τον ίδιο τον σκηνοθέτη: “Στην κυρία Μποντού, που υπήρξε τόσο καλή γειτόνισσα”. Ίσως τελικά όλη η ουσία να κρύβεται ακριβώς σε αυτό», ανέφερε ο Πέιν.

ΜΙΑ ΓΕΥΣΗ ΑΠΟ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΡΧΕΤΑΙ

Ο οσκαρικός σκηνοθέτης Αλεξάντερ Πέιν εξηγεί γιατί το Downsizing έγινε η μεγαλύτερη αποτυχία της καριέρας του
 ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Ο Πέιν επιστρέφει φέτος με νέα ταινία, το “The Holdovers”, για την οποία επανενώνεται με τον Πολ Τζιαμάτι κι η οποία φυσικά και θα λανσαριστεί με τη νέα σεζόν (πιθανότατα στο φεστιβάλ Βενετίας) με γερές οσκαρικές βλέψεις.

«Η ταινία διαδραματίζεται στη δεκαετία του ’70, σε ένα οικοτροφείο αρρένων στη Μασαχουσέτη, και στο επίκεντρο της ιστορίας συναντούμε ένα ορφανό από πατέρα μοναχοπαίδι που είναι αναγκασμένο να περάσει ολομόναχος τις γιορτές των Χριστουγέννων, μιας και η μητέρα του θα φύγει σε διακοπές με τον βαθύπλουτο νέο σύζυγό της. Οι μόνοι άλλοι άνθρωποι που θα βρίσκονται στο οικοτροφείο την περίοδο των Χριστουγέννων, πέρα από τον νεαρό μαθητή, είναι ένας αυστηρός καθηγητής και λάτρης της πειθαρχίας, τον οποίο υποδύεται ο Πολ Τζιαμάτι, και η αφροαμερικανή μαγείρισσα, η οποία έχει μόλις χάσει τον γιο της στο Βιετνάμ», αποκάλυψε ο Πέιν για το νέο του πολυαναμενόμενο φιλμ.

«Η πλοκή της ταινίας, η οποία διαθέτει τόσο κωμικά όσο και δραματικά στοιχεία περιστρέφεται γύρω από τη συνύπαρξη αυτών των τριών φαινομενικά αταίριαστων χαρακτήρων στη διάρκεια των δύο χιονισμένων και γιορτινών εβδομάδων», εξηγεί κλείνοντας αυτή την συναρπαστική βραδιά έναρξης για το φετινό Evia Film Project.

Ο οσκαρικός σκηνοθέτης Αλεξάντερ Πέιν εξηγεί γιατί το Downsizing έγινε η μεγαλύτερη αποτυχία της καριέρας του
 ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Το Evia Film Project διεξάγεται φέτος για δεύτερη χρονιά στη βόρεια Εύβοια κι αποτελεί τον τρίτο πόλο δράσεων του φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (μετά το διεθνές φεστιβάλ του Νοεμβρίου και το φεστιβάλ ντοκιμαντέρ του Μαρτίου). Στόχος της διοργάνωσης είναι η ανάδειξη της βόρειας Εύβοιας, μιας περιοχής που έχει πληγεί βαθιά από τις καταστροφικές πυρκαγιές του 2021, σε παγκόσμιο κέντρο για το green cinema.

«Φέτος θέλουμε να μοιραστούμε την αγάπη μας γι’ αυτό τον τόπο με επαγγελματίες του κινηματογράφου απ’ όλο τον κόσμο. Θα μας δείξουν τις ταινίες τους, θα δουλέψουν τα σχέδιά τους για τις επόμενες, θα μας αποκαλύψουν μυστικά του σινεμά και, κυρίως, θα ανακαλύψουν τις μαγικές τοποθεσίες της βόρειας Εύβοιας, με σκοπό αυτές να πρωταγωνιστήσουν σε ό,τι θα δούμε στο μέλλον στις οθόνες μας», δήλωσε κατά την έναρξη ο καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, Ορέστης Ανδρεαδάκης.

Η διοργάνωση διεξάγεται στην βόρεια Εύβοια από 20 ως 24 Ιουνίου. Όσο για τον Αλεξάντερ Πέιν, η νέα του ταινία αναμένεται να κυκλοφορήσει τη νέα σεζόν.